Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012




 

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ - ΞΕΝΗΣ ΣΑΧΙΝΗΣ

ΜΙΚΡΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ Εκείνο που καθορίζει την κοσμοθεωρία του καλλιτέχνη, είναι όχι, το τι
δια λόγου υποστηρίζει, αλλά με ποιανού μάτια βλέπει τον κόσμο.
Ρητά ξεκάθαρος στο «απέναντι», γιατί συνειδητά το καθορίζει ως δομή που
δεν έχει πνευματικό ενδιαφέρον για να συνομιλήσει ή να εκφράσει παράπονο ό,τι
τον σκοτεινιάζει.
Ο «διάλογος» που πηγάζει από παράπονο, τον βρίσκει θλιβερό θύμα της
ζωής σε φέρετρο-θέρετρο μουσείων, γκαλερί,
Ο δημιουργός είναι μέρος ενός αταξικού κόσμου πνευματικών σχέσεων έως
την καθαρότητα-κάθαρση αρχαίας τραγωδίας. Συνομιλεί με παθιασμένους
στοχαστές που πάλευαν με τις ιδέες-οραματισμούς τους έως τις υποσυνείδητες
πήγες του χιονοβρόχινου Ευρώτα της ψυχής τους για να ξεδιψάσουν.
Σε αυτές τις πήγες, σε ήχους νυμφών, πάλλονται μάρμαρα, χρώμα και
λόγος ποιητικός, εκεί αντάμα με την μακραίωνη πολιτισμική ιστορία, ζώσα
μνήμη, οι ελευθερογνωμούντες Ξενάκης, Σκαλκώτας, Χρήστου, Μητρόπουλος,
Χαλεπάς, Σκλάβος,  Στέρης, Μπουζιάνης, Φεραίος, Κάλβος, Κάλας,
Άρης Αλεξάνδρου, Βάρναλης, Σαχτούρης, Λειβαδίτης, συνδαιτυμόνες σε
νεκρόδειπνο αέναου διαλόγου, υψιπετούντες από την Αρχαία Ολυμπία έως τις
όχθες του Λούσιου-Αλφειού και από εκεί στην ιερή των Αρκάδων κορυφή το
Λυκαίο όρος .              


///////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////

     ΞΕΝΗΣ ΣΑΧΙΝΗΣ, ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΛΟΓΙΑ

  
    Έν αρχή ή ο λόγος. Για την τέχνη όμως ο «λόγος»  είναι το μέτρο από το οποίο γεννιέται η εικαστική σκέψη και τα δημιουργήματά της. Ο αναλυτικός και κριτικός γραπτός λόγος μπορεί να συνοδεύει τα εικαστικά έργα αφού αυτά έχουν ήδη δημιουργηθεί. Έτσι ότι παραθέτω στο κείμενο είναι το αποτέλεσμα της εμπειρίας που είχα υπηρετώντας και εξερευνώντας την κρυμμένη διάσταση της χαρακτικής και των εικαστικών τυπωμάτων.
   Εξ’ αιτίας των οικογενειακών καταβολών η αιχμαλωσία μου στον κόσμο των εικαστικών έγινε από πολύ νεαρή ηλικία. Πρώτα από όλα, με συνοδεύει η εικόνα του πατέρα μου, του  ζωγράφου Νίκου Σαχίνη, να ζωγραφίζει στην αυλή του σπιτιού μας , έπειτα η πρώτη επίσκεψη στη Μπιεννάλε της Βενετίας το 1968.  Ως επακόλουθο αυτών των βιωμάτων ήρθαν οι σπουδές στην ΑΣΚΤ. Στο εργαστήρι του Γραμματόπουλου, χαρακτική. Εκεί έμαθα ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι για να τοποθετήσει κανείς ζωγραφική ύλη επάνω σε μια επιφάνεια. Εκεί, επίσης, μόνος, συνειδητοποίηση τη σπουδαιότητα της πράξης της χάραξης, όχι μόνο για να δημιουργήσεις μια μήτρα για τύπωμα, αλλά και τη βιωματική  της δύναμη και τη σχέση της με τη μνήμη. Τη μνήμη που είναι η κυριότερη παράμετρος για να ονειρευτεί κανείς το μέλλον. Μετά ήρθαν οι σπουδές της ζωγραφικής στο Παρίσι. Συνήθως οι καλλιτέχνες σπουδάζουν τη χαρακτική αφού θητεύσουν πρώτα στη ζωγραφική. Με εμένα συνέβη το αντίθετο. Αυτή η φαινομενική ανατροπή με βοήθησε να αντιληφθώ ξεκάθαρα πως θα μπορούσα να προχωρήσω την έως τότε παραδεκτή χαρακτική φόρμα σε καινούργια , κατά τη γνώμη μου μονοπάτια.
      Παρατήρησα . λοιπόν, όχι μόνο τις τεχνικές και τις αναπαραγωγικές τους δυνατότητες αλλά τη σχέση τους με την εικαστική σκέψη του καιρού μου. Οι εγγενείς εικαστικές δυνάμεις της αναλογικής , παραδοσιακής χαρακτικής ήταν αυτές που μελετώντας τες ,έξω από τα αναπαραγωγικά τους καθήκοντα , ήταν ικανές να ανανεώσουν την αντίληψη της χαρακτικής. Ως πρώτο βήμα θεωρώ ότι ο ομφάλιος λώρος της μήτρας με το αντίτυπό της δεν είναι απαραίτητο να κόβεται. Έτσι το τυπωμένο χαρτί από μια χαραγμένη μήτρα δεν είναι παρά η απτή μνήμη της χαρακτικής πράξης και το υλικό που χαράχθηκε μπορεί να λειτουργεί και ως προστάτης της μνήμης αυτής. Και αυτό, κυρίως όταν το υλικό είναι το διάφανο πλέξιγκλας που προστατεύει αλλά και αφήνει το βλέμμα του θεατή να αγκαλιάσει το τυπωμένο χαρτί. Έτσι προήλθε η σειρά που ονομάσθηκε Φυλάκια Μνήμης.
    Αργότερα, το τύπωμα στο χαρτί αντικαταστάθηκε με τη σκιά που αφήνουν τα χαραγμένα και μελανωμένα ίχνη στο πλέξιγκλας, όταν δέχονται την σκέδαση του φωτός. Με ενδιέφερε πάντα η σχέση της ιδέας του τυπώματος με την ιδέα της χάραξης απελευθερωμένη από το απόλυτο της σύμπτωσης των σχημάτων από τη μήτρα στο χαρτί. Για μένα δεν είναι η απαραίτητη συνθήκη για να γεννηθεί ένα εικαστικό τύπωμα. Η μη παραδοχή αυτής της  αναγκαίας και ικανής συνθήκης της σύμπτωσης των σχημάτων από τη μήτρα στο τύπωμα με βοήθησε να δημιουργήσω έργα πιο σύνθετα που συνδύαζαν ιδέες και όχι σχήματα. Έτσι ,οι αυστηρές χαραγμένες και μελανωμένες γραμμές σε ένα πλέξιγκλας μεταμορφώνονται τελείως σε ελεύθερες γραμμές και επιφάνειες κάτω από την επίδραση της διάθλασης του ηλιακού φωτός σε ρηχά θαλασσινά νερά. Έτσι, το φυσικό φαινόμενο της διάθλασης του φωτός μαζί με την καλλιτεχνική πράξη της χάραξης μας δίνουν ένα καινούργιο αισθητικό φαινόμενο που πιστοποιείται  από μια φωτογραφία που τυπώνεται ψηφιακά. Εδώ, το ψηφιακό τύπωμα γεννιέται από μια αναλογική , παραδοσιακή μήτρα, μόνο που η διαδικασία της σύζευξης της ιδέας του χαράγματος και του τυπώματος είναι ανατρεπτική.   Αυτή η σειρά τιτλοφορείται «Θαλασσογραφήματα» και πριν από αυτήν προηγήθηκε ένας άλλος πειραματισμός ο οποίος με τη χρήση ενός ζεύγους κατόπτρων , τοποθετημένων απέναντι το ένα με το άλλο αναπαρήγαγαν στο άπειρο τα χαραγμένα και μελανωμένα ίχνη μιας διάφανης μήτρας που βρισκόταν ανάμεσά τους. Είναι φανερή, λοιπόν, η εμμονή μου με τις ιδέες και όχι με τις τεχνικές.
     Τα τελευταία βήματά μου διαπραγματεύονται το αιώνιο θέμα της αυτοπροσωπογραφίας που μέσα από αυτήν αυτοσχολιάζομαι, δανειζόμενος το σενάριο του σχόλιου μέσα από έργα που είναι διάσημα στην ιστορία της τέχνης. Τα τελείως πρόσφατα έργα που ακόμα δεν είδαν το φως μιας έκθεσης, επειδή βρίσκονται , ακριβώς, εν τω γενέσθαι είναι αφιερωμένα στην μελλοντική ταφή μου. Ο Κίνχολτζ ήταν εκείνος που ακόμα και την ταφή του την παρουσίασε ως έργο. Ο καθένας καλλιτέχνης μέσα από διαφορετικά πρίσματα ασχολείται με τα ίδια διαχρονικά θέματα και ανησυχίες.
  Όταν ήμουν νέος, υποστήριζα πως η τέχνη μου δεν έπρεπε να αφήνει τον κόσμο να κοιμάται ήσυχα το βράδυ. Μεγαλώνοντας έμαθα και εγώ πώς να μη βολεύομαι μ’ αυτά που κατοχύρωσα ως γνώση και να αναλαμβάνω συνεχώς τον ευγενή κίνδυνο της αποτυχίας ερευνώντας. Και για τη διδασκαλία; Διδάσκεται άραγε η τέχνη; Σίγουρα, συζητώντας προτείνουμε  τρόπους για να αντιλαμβάνεται κανείς και να ζει τη ζωή και κατ’ επέκταση την τέχνη. Άρα η διαμόρφωση του καλλιτεχνικού χαρακτήρα είναι εκείνο, που κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει. Το ζητούμενο πάντα είναι η ανησυχία και η διάθεση για κίνηση. Αυτό θεωρώ ότι οφείλει να προσφέρει, ως γνώση, στο μαθητή ο δάσκαλος.
   Σκεφτείτε: ένα φίδι κάθε χρόνο αλλάζει το πουκάμισό του. Αλλά πάντοτε παραμένει επικίνδυνο.
                                                                                    Ξενής Σαχίνης
   
                                                                        Καθηγητής Χαρακτικής Α.Π.Θ.


Βιογραφικό Σημείωμα




Ο Ξενής Σαχίνης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1954. Τελείωσε το Αμερικάνικο Κολέγιο "Anatolia" το 1972. Σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας χαρακτική με τον Κ. Γραμματόπουλο και σκηνογραφία με τον Β. Βασιλειάδη. Αποφοίτησε από την Α.Σ.Κ.Τ. το 1978 με έπαινο "φιλοτεχνηθέντων έργων".
Από το 1981 έως τον Ιούνιο του 1985 συνέχισε τις σπουδές του στην Ε.Ν.S.Β.Α. στο Παρίσι, στο εργαστήριο του V. Guignebept (ζωγραφική).
Το Μάρτιο του 1986 εξελέγη Ε.Ε.Π. και διδάσκει σχέδιο και χαρακτική (χαρακτική 3 χρόνια) στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σ.Κ.Τ. του Α.Π.Θ.
Σήμερα είναι καθηγητής χαρακτικής και διευθυντής του εργαστηρίου χαρακτικής της σχολής Καλών Τεχνών Α.Π.Θ. Επίσης, είναι συντονιστής 8 προγραμμάτων Erasmus.
Έργα του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Τελλόγλειο,Ίδρυμα του Α.Π.Θ. , στη Συλλογή Αντωνίου, στο Μουσείο Βορρέ, στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθήνας και Θεσσαλονίκης, στη Συλλογή του Ιδρύματος Μακεδόνικων Σπουδών, στη Συλλογή του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, στη Συλλογή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Φλώρινα, όπως και στη Συλλογή του Σ. Τσούκαλη.